Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2024

Οι γάτες τ’ Αϊ-Νικόλα ~ Γιώργος Σεφέρης [Ημερολόγιο Καταστρώματος, Γ΄]

 

Σεισμόπληκτα παιδιά στον Κύκκο, φωτ. του ιδίου


Οι γάτες τ’ Αϊ-Νικόλα

Τὸν δ’ ἂνευ λύρας ὃμως ὑμνωδεῖ
θρῆνον Ἐρινύος
αὐτοδίδακτος ἔσωθεν
θυμός, οὐ τὸ πᾶν ἔχων
ἐλπίδος φίλον θράσος.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ, 990 επ.

«Φαίνεται ο Κάβο-Γάτα…, μου είπε ο καπετάνιος δείχνοντας ένα χαμηλό γιαλό μέσα στο πούσιτ’ άδειο ακρογιάλι ανήμερα Χριστούγεννα,«…και κατά τον Πουνέντε αλάργα το κύμα γέννησε την Αφροδίτη·
λένε τον τόπο Πέτρα του Ρωμιού.Τρία καρτίνια αριστερά!»Είχε τα μάτια της Σαλώμης η γάτα που έχασα τον άλλο χρόνοκι ο Ραμαζάν πώς κοίταζε κατάματα το θάνατο,μέρες ολόκληρες μέσα στο χιόνι της Ανατολής
στον παγωμένον ήλιοκατάματα μέρες ολόκληρες ο μικρός εφέστιος θεός.Μη σταθείς ταξιδιώτη.«Τρία καρτίνια αριστερά» μουρμούρισε ο τιμονιέρης.

…ίσως ο φίλος μου να κοντοστέκουνταν,
ξέμπαρκος τώρακλειστός σ’ ένα μικρό σπίτι με εικόνεςγυρεύοντας παράθυρα πίσω απ’ τα κάδρα.Χτύπησε η καμπάνα του καραβιούσαν τη μονέδα πολιτείας που χάθηκε
κι ήρθε να ζωντανέψει πέφτονταςαλλοτινές ελεημοσύνες.

«Παράξενο», ξανάειπε ο καπετάνιος.«Τούτη η καμπάνα —μέρα που είναι—μου θύμισε την άλλη εκείνη, τη μοναστηρίσια.
Διηγότανε την ιστορία ένας καλόγεροςένας μισότρελος, ένας ονειροπόλος.

»Τον καιρό της μεγάλης στέγνιας,—σαράντα χρόνια αναβροχιά—ρημάχτηκε όλο το νησί·
πέθαινε ο κόσμος και γεννιούνταν φίδια.Μιλιούνια φίδια τούτο τ’ ακρωτήρι,χοντρά σαν το ποδάρι ανθρώπουκαι φαρμακερά.Το μοναστήρι τ’ Αϊ-Νικόλα το είχαν τότε
Αγιοβασιλείτες καλογέροικι ούτε μπορούσαν να δουλέψουν τα χωράφιακι ούτε να βγάλουν τα κοπάδια στη βοσκή·τους έσωσαν οι γάτες που αναθρέφαν.Την κάθε αυγή χτυπούσε μια καμπάνα
και ξεκινούσαν τσούρμο για τη μάχη.Όλη μέρα χτυπιούνταν ώς την ώραπου σήμαιναν το βραδινό ταγίνι.Απόδειπνα πάλι η καμπάνακαι βγαίναν για τον πόλεμο της νύχτας.
Ήτανε θαύμα να τις βλέπεις, λένε,άλλη κουτσή, κι άλλη στραβή, την άλληχωρίς μύτη, χωρίς αφτί, προβιά κουρέλι.Έτσι με τέσσερις καμπάνες την ημέραπέρασαν μήνες, χρόνια, καιροί κι άλλοι καιροί.
Άγρια πεισματικές και πάντα λαβωμένεςξολόθρεψαν τα φίδια μα στο τέλοςχαθήκανε· δεν άντεξαν τόσο φαρμάκι.Ωσάν καράβι καταποντισμένοτίποτε δεν αφήσαν στον αφρό
μήτε νιαούρισμα, μήτε καμπάνα.Γραμμή!Τί να σου κάνουν οι ταλαίπωρεςπαλεύοντας και πίνοντας μέρα και νύχτατο αίμα το φαρμακερό των ερπετών.Αιώνες φαρμάκι· γενιές φαρμάκι».
«Γραμμή!» αντιλάλησε αδιάφορος ο τιμονιέρης.


Τετάρτη, 5 Φεβρουαρίου 1969

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γιώργος Δρίτσας ~ Ποιήματα [Το ματωμένο όνειρο ~ Εκδόσεις Οδός Πανός]

        Κατά τύχη -ξυράφι στην καρδιά β΄   Μετεωρίτες έπεφταν  πάνω στον μικροσκοπικό θόλο. Οι γυάλινοι ουρανοί κύκλωναν με βουλιμία το κάτα...