Κατερίνα Ατσόγλου: «Δυστυχώς οι άνθρωποι έπαψαν να διαφυλάττουν και να υπερασπίζονται την αλήθεια των λέξεων»
σκόρπιες σκέψεις, αναγνώσεις, ιδέες, αφορισμοί, ανησυχίες... Ποίηση
"Και όταν η καταιγίδα τελειώσει, δεν θα θυμάσαι καν πώς κατάφερες να επιβιώσεις. Δεν θα είσαι καν σίγουρος ότι έχει τελειώσει. Αλλά ένα πράγμα είναι σίγουρο: όταν βγεις από την καταιγίδα δεν θα είσαι ο ίδιος άνθρωπος με αυτόν που μπήκε. Και αυτό είναι το νόημα της καταιγίδας."
Το Νιλς Λυν, ένα μυθιστόρημα με αυτοβιογραφική χροιά, είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που γεννιέται με προδιαθέσεις προς το όνειρο και όχι τη δράση. Αυτό που ονειρεύεται δεν είναι αδύνατο, θα 'πρεπε μονάχα η πραγματικότητα να δεχτεί να μοιάσει με τις εσωτερικές του επιθυμίες. Όμως ο Νιλς Λυν κλείνεται μέσα στο όνειρο. Παρ' όλο που φλεγόταν από την επιθυμία ν' αγαπήσει, δεν γνώρισε παρά μόνο μέτριες ή ημιτελείς περιπέτειες. Φιλόδοξος, πήγαινε από τη μια αποτυχία στην άλλη.
Ο Γενς Πήτερ Γιάκομπσεν έγραψε το βιβλίο αυτό για τους άνδρες και τις γυναίκες που του μοιάζουν, σαν ένα φιλικό οδηγό. Είναι η ιστορία ανθρώπων πολύ εξιδανικευμένων για τον κόσμο όπου έζησαν και για τους έρωτες για τους οποίους υπέφεραν, "ψυχές σκοτεινές και βαθιές που το πεπρωμένο έκλεισε μέσα σ' ένα κύκλο μέτριων δυστυχιών", έγραφε ο Έντμοντ Ζαλού στον πρόλογο της γαλλικής έκδοσης. Τοποθετούσε το Νιλς Λυν σ' "ένα απ' αυτά τα βιβλία που αγγίζουν βαθιά τις πιο συναισθηματικές χορδές της ψυχής".
Την 1η Αυγούστου 1902, ο Ρίλκε έγραφε στον Ροντέν: "Διαβάζοντας για πρώτη φορά το Νιλς Λυν σκόπευα να ψάξω να βρω τον συγγραφέα αυτού του βιβλίου και να κάνω το παν για να γίνω φίλος του. Ήταν ένα αξέχαστο βιβλίο..." Όμως ο Γ.Π. Γιάκομπσεν είχε πεθάνει πριν από πολλά χρόνια, "τον σκότωσε το σκληρό κλίμα της σκοτεινής χώρας του", της Δανίας. Εξ αιτίας του λοιπόν έγραψε τότε ο Ρίλκε τα Τετράδια του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε.
Niels Lyhne ~ Jacobsen Jens Peter
Μετάφραση: Βασιλάκη Φιφή
Εκδότης ΜΕΔΟΥΣΑ
Κατά τύχη
-ξυράφι στην καρδιά β΄
Μετεωρίτες έπεφταν
πάνω στον μικροσκοπικό θόλο.
Οι γυάλινοι ουρανοί
κύκλωναν με βουλιμία
το κάτασπρο πρόσωπο.
Το αντίδωρο της αβεβαιότητας
κράταγα σφικτά
μέσα στις χούφτες μου,
καθώς με πλησίασε
ξάφνου οι σάρκες μας
γίναν ένα.
Μέσα σε μια πόλη που ερήμωνε
για χάρη μας,
κάποιος Θεός μάς λυπήθηκε,
και η τύχη κύλησε
με σκέρτσο το κουβάρι της,
κόβοντας το νέο νήμα.
~
Ο φάρος των δακρύων – ξυράφι στην καρδιά (γ)
Κάποτε φάνταζε
σαν μια λιακάδα
μετά από νεροποντή,
σαν μια άσπρη μέρα
μετά από θεομηνία μηνών.
Μέχρι που ναυάγησα.
Πλησιάζοντας μισοπεθαμένος
στον κοντινό φάρο,
βρήκα ένα ψεύτικο πορτατίφ
φτιαγμένο από το δέρμα μου.
Όμως δεν ήταν εκεί,
δεν ήταν πουθενά
Ίσως ήταν κάποτε εκεί,
όταν την πρόσταζε
το συναίσθημά της.
Αλλά που είναι τώρα;
Τελικά δεν ήταν ποτέ εκεί;
δάκρυσα
Το άρρωστο όμως φως
συνέχισε να φέρνει
μπρος μου
- ακατάπαυστα -
νέους ναυαγούς
Insomnia
Μέσα στο σκοτάδι της σιωπής
αναβοσβήνουν σαν μικρά λαμπιόνια
σκέψεις - μα και προσευχές -
σαν να πέρασε ολάκερος αιώνας.
Ξύπνημα μέσα από τον λήθαργο
και επιστροφή στην αοκνία,
καθώς η μοχθηρή Θεά τής λήθης
ζυγίζει με κλεψύδρα τις πράξεις μου.
Παραμένω μουδιασμένος και παράλυτος,
το μικρό διαμέρισμα μοιάζει με φυλακή.
Ένα λιτό και καλοδουλεμένο κλουβί
για δεσμώτες και τσαρλατάνους.
Σαν μικρός μίμος αναπαριστώ βουβός,
παίζοντας από "ασφαλή απόσταση".
Η πόρτα όμως παραμένει κλειστή.
"Σάμπως, είχα ποτέ το κλειδί"
σιγοψιθυρίζω
~
Ελευσίνα
Το λεωφορείο απαγκιστρώθηκε
από τις πλαγιές του πεζοδρομίου,
μια νεαρή διοργανώτρια
ανήγγειλε το πρόγραμμα.
Συλλογή υπογραφών.
Από το Σύνταγμα
οδεύουμε το απόγευμα προς την Ελευσίνα
στη γη της "Αγέλαστου Πέτρας",
στη γη των Σαλών,
και του Παναγιώτη Φαρμάκη,
στη γη των μυστηρίων της ζωής και του θανάτου .
Η Περσεφόνη μελαγχολική ακόμη ακουγόταν
να κλαίει μέσα στο ανάκτορο του Πλούτωνα,
ενώ στα γκρεμίσματα ενός σύγχρονου κόσμου
σίγουρου αρκετά για την πύρρειο νίκη του
έναντι των στοιχειών,
έβοσκαν τσουκνίδες
σαν μελαγχολικά θραύσματα
ενός μεταβιομηχανικού πλέον τοπίου.
Άφιξη στο παλιό ελαιοτριβείο,
θρύψαλο μιας περασμένης εποχής.
Η παράσταση σε λίγο ξεκίνησε,
μα η καρδιά μου
έμεινε στα θολά νερά του λιμανιού
τα γεμάτα πετρέλαιο, βενζίνη και σκουπίδια.
~
Ο ψίθυρος του σπηλαίου
ή δεύτερη διαθήκη
Πιστέψαμε στα πιο όμορφα όνειρα
καθώς ο νους μας γυρόφερνε
γύρω από μια ελπίδα.
Μια ελπίδα αθώα και παιδική.
Τα ξεθωριασμένα όνειρα αυτά θυμάμαι
κάθε φορά που κοιτάζω με αναπόληση
τις χαρακωμένες σελίδες.
Θυμάμαι την οργή, τον πόνο και την αγάπη.
Άραγε είχε νόημα η πίστη σε μια ιδέα;
Είχε νόημα η πίστη στη ζωή;
Λόγια που δεν μπορούν να γραφτούν
λέξεις που δεν μπορούν να εκφραστούν
κατακλύζουν τις σκέψεις μου.
Η σιγή του ημερολογίου έγινε καθημερινότητα.
Τα παλιά ιδανικά προδόθηκαν
κάτω από την μπότα του κομφορμισμού.
Προσπάθησα να αγαπήσω και να αγαπηθώ
να πιστέψω και να με πιστέψουν.
μάταια
Η αλαζονεία της μοναξιάς νίκησε
"Άκου τον ψίθυρό μου από τη σπηλιά
και απομακρύνσου"
Σεισμόπληκτα παιδιά στον Κύκκο, φωτ. του ιδίου |
Τὸν δ’ ἂνευ λύρας ὃμως ὑμνωδεῖ θρῆνον Ἐρινύος αὐτοδίδακτος ἔσωθεν θυμός, οὐ τὸ πᾶν ἔχων ἐλπίδος φίλον θράσος. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ, 990 επ. |
Μέσα μας γίνεται η Γέννηση.
Έξω στέκει το σχήμα της –
Μας φανερώνεται.
Εδώ που στήσαμε τη φάτνη,
Εδώ που κρεμάσανε το άστρο,
Είναι σα μια μεγάλη πέτρα –
Πέτρα υψηλή, μετέωρη.
Ένα πυκνό σημείο αιωνιότητας.
Το Βρέφος, ο Ιωσήφ και η Μαρία,
Τ’ αγαθά ζώα. Οι Άγγελοι
Σταματημένοι σε μια πτήση
Ψηλά, στη σιωπή, παίζοντας όργανα.
Άρπα, κορνέτα, βιολί και φυσαρμόνικα.
Ακίνητοι σαν από πορσελάνη,
Με σιωπή απόλυτη, μουσική.
(Η Νύχτα απλώνεται σαν την ηχώ
Αυτής της μουσικής, της σιωπής,
Της μουσικής των Αγγέλων μέσα μας, έξω μας).
Αν στέκουν εδώ, πετούν εκεί,
Στον άλλο χώρο∙ αντλούν
Αίμα σκληρό απ’ το αίμα μας,
Αγάπη απ’ την αγάπη μας.
Παίρνουν τα όνειρά μας και τα ψηλώνουν.
Η Μάνα στέκει κοντά τους ακίνητη,
Σαν από πορσελάνη, αγγίζει τα εύθραυστα πόδια τους.
Βλέπει το αόρατο στο μαγικό καθρέφτη του ορατού.
Τι τώρα, τι πάντα.
Ω καθαρότατη ψυχή,
Άμωμη, αμόλυντη, ανυπόκριτη.
Ο χρόνος ανοίγει σαν το φεγγίτη που μας φωτίζει.
Τα παίρνουμε και τα πλαγιάζουμε
Μέσα σ’ ένα κουτί να κοιμηθούν
Πάνω σε χάρτινο άχυρο να μη ραγίσουν.
Πύλη με τη Γέννηση του Χριστού - 1627 μ.Χ. - Μονή Σιμωνόπετρας, Άγιον Όρος |
Κατερίνα Ατσόγλου: «Δυστυχώς οι άνθρωποι έπαψαν να διαφυλάττουν και να υπερασπίζονται την αλήθεια των λέξεων» https://www.clevernews.gr/ka...