Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Α β ε σ σ α λ ώ μ ~ Μαρία Καντ (Καντωνίδου)

 Α β ε σ σ α λ ώ μ

Η προηγούμενη θα πρέπει να ήταν ξανθιά. Στο κάγκελο πίσω από το κεφαλάρι είχε ξεμείνει μια τρίχα. Αν ήταν δική μου θα ήταν σκουρόχρωμη. Κατά τα άλλα, το κρεβάτι ήταν άψογο, τζαμαρία κατά μήκος της μεγάλης πλευράς του, σεντόνια υπόλευκα, και πικέ κουβερλί διπλωμένο στα πόδια - του έδωσα μια και μαζεύτηκε στην άκρη. Ήρθε η νοσοκόμα και το ίσιωσε. Το ξανακλώτσησα, δικό μου κρεβάτι ήταν, ό,τι θέλω το κάνω. Αυτή τη φορά έπεσε κάτω. Ξανάρθε και το σήκωσε. Μου την έδινε.
Θ’ αδειάσω στη φλέβα σου και θα σε κάψω, είπε το μπουκάλι από πάνω. Γουλί θα σε κάνω. Δεν του απάντησα - όχι και να απαντώ σε μπουκάλια. Έπιασα τα μαλλιά μου με το αριστερό, ήταν στη θέση τους. Πόσο σημαντικά είναι πια για σένα, σχολίασε η νοσοκόμα. Στράφηκα και την κοίταξα. Σίγουρα περισσότερο από ό,τι για το δικό σου κεφάλι, μου ήρθε να της πω. Δεν της τό ‘πα. Ενσυναίσθηση μηδέν, της πέταξα για να την κομπλάρω. Κάντο να πέφτει πιο γρήγορα, είπα στο Μάκη επιτακτικά. Να τελειώνουμε. Πήρα το ΣΤΑΥΡΟΛΕΞΟ με το αριστερό και του τό ‘δωσα. Το είχα αγοράσει στην είσοδο και το είχα χωρίσει σε οκτώ ίσα μέρη. Ήμουν στο πρώτο. Στο τελευταίο θα του ζητούσα να φύγει. Δεν του το είχα πει, μα το είχα πάρει απόφαση. Να μην τρώγομαι ότι μένει μαζί μου από λύπηση. Χωρίς βυζιά τι να με κάνει ο άνθρωπος - γι’ αυτά με είχε, άλλωστε, πάρει. Διάβαζέ μου, του είπα, θα σου λέω να γράφεις. Πρωτεύουσα της Νορβηγίας, ξεκίνησε, έλα τώρα, ευκολάκι, γράψτο μόνος σου. Όσλο, φώναξε η κοπέλα από το διπλανό κρεβάτι. Φορούσε σκούφο χαμηλό μέχρι τα μάτια. Σαν κολυμβήτρια. Παρ’ ολίγο να της χαμογελάσω. Ίσως και να το έκανα. Γιος του Δαβίδ, γνωστός για τους βοστρύχους του, συνέχισε ο Μάκης, έγιναν αιτία να σκοτωθεί. Εννέα γράμματα. Πόσα; τον ρώτησα κι άρχισα να τρέχω στο δάσος ξοπίσω του, μπλεκόντουσαν τα μαλλιά μας στα δέντρα. Μαζί μας έτρεχαν και τα κρεβάτια. Στο ποτάμι αναποδογύρισαν και έπεσαν μέσα. Η κολυμβήτρια σώθηκε. Για την ξανθιά δεν ξέρω. Ούτε για τον ωραίο νέο ξέρω αν σκοτώθηκε και γλύτωσε ή αν δεν σκοτώθηκε και γλύτωσε ή ό,τι άλλο ήθελε προκύψει. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι είχε μείνει μετέωρος σ’ ένα κλαδί βελανιδιάς κι εκλιπαρούσε. Πουθενά ο Μάκης.
Σοκ λόγω ταχείας έγχυσης τάδε, άκουσα να λένε καθώς άλλαζαν μπουκάλι. Αβεσσαλώμ, είπα δυνατά, με 2 σίγμα, γι’ αυτό δεν μου βγαίναν τα γράμματα. Του τό ‘χα πει να προσέχει, μα δεν μ’ άκουσε και τώρα κρέμεται. Εξακολουθεί να είναι σε σύγχυση, είπε η νοσοκόμα. Πήρε το κουβερλί και με τύλιξε. Με ωμέγα, είπα στον Μάκη επιτακτικά. Γύρισες; φώναξε και μου χάιδεψε απαλά το κεφάλι. Άρπαξα το χέρι του από τον καρπό και επανέλαβα την κίνηση με δύναμη. Το χέρι του γέμισε σκουρόχρωμες τρίχες.
/οκτώβριος, μήνας ευαισθητοποίησης για τον καρκίνο του μαστού/




Σχόλια

Αγαπημένες Αναρτήσεις

Παιδικές Λαχτάρες ~ Κατερίνα Ατσόγλου

  Μες τις παιδικές λαχτάρες ακούς τη ζωή. Φωνάζει δυνατά και άναρχα μαζεύει κοχύλια και φτιάχνει στην άμμο κάστρα. Δεν κρατά τα προσχήματα μήτε νοιάζεται για το « τι θα πει ο κόσμος ». Ο κόσμος όλος είναι τα χέρια τους. Το βάρος της μοναξιάς, Εκδόσεις Βακχικόν, Αθήνα 2024, σελ.50 Photo By: Thomas Veres

Σαν ευχή για μια γυναίκα [04/02] ~ Κατερίνα Ατσόγλου

Όσο κι αν μας τρομάζει τούτο το ταξίδι πίσω από τον τοίχο έχει μια θάλασσα ένα λιβάδι και παγωτά έχει ένα ροζ ποδήλατο, ένα για την καθεμιά μας έχει όνειρα «ξανά» από την αρχή ένα πικάπ να παίζει τα τραγούδια που αγαπήσαμε και λαστιχάκια, για να ξαναφορέσω στα μαλλιά σου. Όσο κι αν μας τρομάζει τούτο το ταξίδι, είμαστε μαζί. Το βάρος της μοναξιάς, εκδόσεις Βακχικόν, Αθήνα 2024

Η Αλκυόνη ψάχνει τον σύζυγό της (1915), έργο του Herbert James Draper ~ Χέρμπερτ Τζέιμς Ντρέιπερ

Και στης ζωής τους πιο βαριούς χειμώνες αλκυονίδες μέρες καρτερώ. (Ι. Δροσίνης)     Η Αλκυόνη περίμενε τον άνδρα της στο ακρογιάλι και καθώς περνούσε η ώρα κι ο καιρός η αγωνία της μεγάλωνε ακόμη περισσότερο . Μέσα από τη μανιασμένη θάλασσα το μόνο που μπορούσε πια να αντικρύσει ήταν κάποια ξύλα από το καράβι του Κύηκα . Άρχισε τότε να κλαίει απαρηγόρητα . Ημερόνυχτα θρηνούσε το χαμό του αγαπημένου της Κύηκα . Ο Δίας στο τέλος τη λυπήθηκε και τη μεταμόρφωσε σε ένα πανέμορφο πουλί , με λαμπερά γαλάζια φτερά , την αλκυόνα (Alcedo atthis ) . Η αλκυόνα ζει και αναπαράγεται κοντά σε ακτές , ποτάμια , λίμνες , υγροτόπους και σε παράκτιες λιμνοθάλασσες της Ελλάδας , της Κύπρου και της Ευρώπης γενικότερα . Μοιάζει σα να περιμένει να εμφανιστεί μέσα από τα κύματα ο αγαπημένος της Κύηκας . Το μαρτύριο όμως της αλκυόνας δεν τελείωνε εδώ . Γεννούσε τα αυγά της μέσα στη βαρυχειμωνιά και τα κλωσούσε πάνω σε πέτρες και βράχια στις ακτές . Κάποιες φορές τα αγριεμένα κύματα όμως ορμούσαν με ...

«Ἡ νύχτα μὲ συμφέρει» ~ Νίκος Καρούζος

Paris during the 1950s. Photo by Georg Stefan Troller. Πράγματι ἡ νύχτα μὲ συμφέρει. Πρῶτα-πρῶτα ἐλαττώνει τὶς φιλοδοξίες· ὕστερα διορθώνει τὶς σκέψεις· ἔπειτα συμμαζώνει τὴ θλίψη καὶ τὴν κάνει ὑποφερτότερη τὴ σιωπὴ μὲ σέβας ἀνατέμνει· ἐξαίρει τὴν ὄσφρηση μὰ προπάντων ἡ νύχτα περιζώνει. από τη συλλογή «Αντισεισμικός τάφος» (1984). Νίκος Καρούζος, «Τα ποιήματα Β΄ (1979-1990)», Εκδόσεις Ίκαρος

[Haiku - Κατερίνα Ατσόγλου ]

  Ο ήλιος παίζει ανάμεσα στα φύλλα θαρρώ της καρδιάς 16 Μαΐου 2016 Δροσιά της αυγής πέταλα της νιότης σου πόνος σε λήθη

VITA NUOVA ~ Κώστας Οὐράνης (Λεωνίδιο 1890 - Ἀθήνα 1953)

  Δὲν θέλω πιὰ παρὰ νὰ ζῶ ἔτσι ὅπως ἕνα δέντρο, ὁποὺ θροΐζει ἀνάλαφρα σὲ πρωινὸ τοῦ Ἀπρίλη μέσ᾿ σ᾿ ἕνα κάμπο εἰρηνικό, γεμάτον φῶς γαλάζιο καὶ παπαροῦνες κόκκινες καὶ ἄσπρο χαμομήλι. Δὲν θέλω πιὰ παρὰ νὰ ζῶ ἔτσι σὰν ἕνα ρόδο, ποὺ ἄνθισε κατάμονο μέσα σὲ πρᾶο χειμώνα σ᾿ ἕνα πεζούλι φτωχικὸ κι ἡλιόφωτο, ποὺ νἄχει ἀσβεστωμένο τοίχωμα νὰ τοῦ κρατάει τὸ χῶμα. Θεέ μου! ἄσε με νὰ ζῶ σὰν ἕνα ἀπὸ τὰ μύρια, τ᾿ ἀνώφελα τὰ ἔντομα ποὺ ἀπὸ τὸ φῶς μεθᾶνε καὶ τὴ ζωή τους στοὺς ἀνθοὺς ἀνάμεσα περνᾶνε, μακριὰ ἀπ᾿ τὸν κόσμο, μοναχὸ σ᾿ ἕνα λευκὸ σπιτάκι: καὶ νἄχω μέσα στὴν ψυχὴ τῶν γέρων στὴν εἰρήνη καὶ στὴν καρδιά μου τῶν φτωχῶν τὴν ἔνθεη καλωσύνη. © Artist Rachel Grant

Η Λογική ~ Κατερίνα Ατσόγλου

  Τα παράλογα να δούμε λογικά και τη σιωπή μαγεία μα τι νομίζεις πως είμαστε εικόνες για τάματα και προσευχές; Το τίποτα να κάνω νησί στον ωκεανό και τις λέξεις σου πέταλα μιας ανθισμένης βουκαμβίλιας Αυτή είναι η λογική