Τρίτη 25 Ιουνίου 2024

Λευτέρης Πούλιος ~ Από τη συλλογή Το αλληγορικό σχολείο, 1978

ΤΑ ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΑ φιλιά μας

μπορούν να διατρέξουν τον κόσμο όλο
αλλά η αγάπη δεν μπορεί να σβήσει τις αποστάσεις
που μας χωρίζουν αιώνια
τον έναν απ' τον άλλον.
Είσαι ένα νησί κατοικημένο από φωνές
και όστρακα
κι ήρθα σε σένα σαν ναυαγός
ν' αγγίξω το θαμμένο μέλι
στα σκοτεινά πέταλα των γοφών σου.



(Από τη συλλογή Το αλληγορικό σχολείο, 1978)






[Egon Schiele, The kiss 1911]

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2024

Ευαγγελία Τάτση ~ Ποιήματα

 

ΑΠΟΔΗΜΙΕΣ

Ένα σμήνος πουλιά

που έχασε τον δρόμο του

βρίσκεται τώρα μέσα στο κεφάλι μου

άκου, μου λένε

αυτός ο άχρηστος άνεμος

δεν βγάζει πουθενά

έξω δεν έχει βορρά

ούτε και νότο

καλύτερα εδώ στη λιμνοθάλασσα

ας είναι.

 

 

~~~

 

 

 Το Καλοκαίρι
βαρέθηκε φέτος να μας εγκαταλείψει
και το Φθινόπωρο βαρέθηκε να μας βρει.

Μια φίλη μου
βαρέθηκε τελικά να βγει απ' το σπίτι
αν και πολύ θα ήθελε να με δει.

Κάτι σταγόνες βροχής
άραξαν πάνω στα σύννεφα το μεσημέρι
γιατί βαρέθηκαν να πέσουν.

Σε μια ξένη χώρα
ένας πόλεμος συνεχίζεται χρόνια
λες και οι άνθρωποι
βαρέθηκαν να ζουν.

Ένα πεινασμένο σκυλί
βαρέθηκε να γαυγίζει
κι άρχισε να κλαίει.

Ένας ηλικιωμένος τραγουδιστής
έβγαλε καινούργιο δίσκο
γιατί βαρέθηκε να πεθάνει.

Ένας πεθαμένος προφήτης αναστήθηκε
να πει τις ίδιες προφητείες
γιατί βαρέθηκε ξαπλωμένος
τόσα χρόνια στο χώμα.

Όσο για μένα
βαρέθηκα όλες τις λέξεις.
Όσο για μένα
γράφω αυτό το ποίημα
σαν να πνίγομαι.

Είναι γνωστό άλλωστε
πως ο πνιγμένος απ' τα μαλλιά του πιάνεται.

 

 

~~~ 



Στην καμπάνα του κηροσβέστη μου
μαζεύω τ' αγγελάκια που πετούν
γύρω απ' τις φλόγες των αναμμένων στιγμών.
Ζυμώνω κούκλες με το λιωμένο κερί και την στάχτη τους.
Τις εγκαταλείπω δίπλα σε νερά και περάσματα
για να τρέχουν και να θυμούνται.

Ο μόνος υπαρκτός Χρόνος μου
με σώμα και χώρο
-ο υπόλοιπος είναι αόρατος
όπως ο Θεός
που δεν πίστεψα. 

 

 
~~~ 


Η άπειρη ακολουθία της φυγής II

1

Κάθε φορά
έξω
από τούτο το δωμάτιο υπάρχει
κάποιος που μοιάζει να ' μαι
όπως θα 'θελα
βγαίνω λοπόν
κι κείνος είναι πάλι
έξω
και βαδίζω διαρκώς προς
ένα είδωλο που δεν
έρχεται.

Την έχω πατήσει άσχημα.
Αυτός που βλέπω είναι
μέσα.

2

Αλλού είναι εκεί που δεν είμαι.

Να φύγω είναι απόφαση, να φεύγω είναι το αντίθετο.

Ζω σ' ένα σπίτι που οι προορισμοί έρχονται για να μείνουν.

 

 

~~~

 

 

Την στιγμή που δεν είχα πια χέρια
στη θέση τους είχα κλωστές μπερδεμένες.
Τότε η γλώσσα μου λούφαζε απομαγεμένη∙
τότε ήρθε ο Μάγος
και είπα δώσε μου όλα τα φίλτρα σου
να με σώσεις.
Και κατάλαβα ξαφνικά όλες τις γλώσσες του κόσμου
ενώ ο Μάγος, άλλη δεν ήξερε πέρα απ' την μητρική του
και ήξερε πως οι γλώσσες μόνο καταλαβαίνονται
κι αναπνέονται ήσυχα και αργά
όπως οι κοιμισμένες ανάσες του βρέφους
στην αγκαλιά της μάνας του.
Όπως ήσυχα κι αργά
κάνει το πρώτο του βήμα και το δεύτερο
βαδίζοντας προς τον κόσμο εκείνο
που δεν υπάρχει πριν απ' τα βήματα του.
Πριν απ' το πρώτο βήμα και το δεύτερο
ο Μάγος μιλούσε την εμπιστοσύνη. 
 
 
 
Φωτογραφία: Flor Garduño

 
 
 
 



Σάββατο 22 Ιουνίου 2024

Νίκος Βαραλής ~ 3 Ποιήματα

 

 ΥΠΟΨΙΑ ΦΩΤΟΣ

Είμαι η βρύση ενός γυμνού διαλόγου που δεν έγινε ποτέ.
Είμαι το βουνό μιας άδειας προσμονής
Δεν γνώρισα ποτέ τον ήχο, ούτε μια νότα δεν πρασίνισε
 
Ξέρω από πηγάδια, από φωνές
από μια άδεια απόφαση δεν νικήθηκα ποτέ
στάθηκα στον στρατηγό Ανδρούτσο
αλλά ήταν καλοκαίρι
και η πληγή ήταν ωμή
 
Κόπηκε το σκοινί και βρέθηκα όρθιος
κάτω από την Ακρόπολη.
καμιά πολεμική μηχανή
μια διάθεση μόνο λούνα παρκ
μια παραίτηση από το είναι,
πώς να το ορίσεις;
 
Την ώρα που τρως παγωτό μεσημέρι
στην άνω πολίχνη του μυθιστορήματος
αφηγούμαι την σιωπή,
το γυμνό λαιμό του δαιμόνιου σπίνου
την φλόγα μιας φαντεζί λαίδης Χαβισαμ
αλλά στο λέω δεν έχουν σχέση τα βιβλία
είναι ο λόγος που συλλέγει, που μαζεύει
αλλά ο λόγος μας δεν έχει νόημα.
 
Όταν σταμάτησα η μουσική είχε φύγει
είχε απομείνει μόνη η νύχτα
από λάσπη πολύ και βούτυρο.
όλα λειώσανε στο φως.
 
 
 
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
 
 
 
ΤΟ ΤΩΡΑ
 
Σπουδάσαμε θάνατο στα μουσεία
 
Όταν μας κατάπινε ο ουρανός
Ήμασταν σαν δεμάτια από αστέρια
κι έβρεχε παντού μια απουσία.
 
Στις λαμαρίνες τώρα ακούγεται η βροχή
και είναι σαν να παίζει μια παλιά ταινία
Τότε στα όνειρα βλέπαμε μικρά παιδιά
αλλά τώρα είμαστε εμείς το παιδί
μέσα στα άδεια δωμάτια του χώρου
στα ηδονικά σεντόνια
που γίνονται σάβανα στιγμών.
 
«Τι θέλεις να πεις;»
Θέλω να πω ότι γυρνάς και ξαναγυρνάς
στα ίδια δωμάτια
στα άδεια δωμάτια των ονείρων σου
αλλά το παρελθόν είναι ανύπαρκτο
μια κατασκευή απλή, της θλίψης σου.
 
Το μέλλον σου είναι ένα άδειο σπίτι
που αυτή την στιγμή αγοράζεις τα έπιπλα του
Το μέλλον είναι μια νοσταλγία αυτού που πέρασε
και δεν θα έρθει πια, ποτέ.
 
Βγες έξω στην αυλή του χρόνου
εκεί που ο χρόνος δεν ορίζεται
Μην γράφεις ποιήματα
όλα είναι εδώ σε αυτή την στιγμή
κι ο θάνατος στο τώρα δεν υπάρχει.
 
 
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
 
 
 ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ

Τώρα που ξέρω ότι η πιθανότητα μιας άνοιξης
δεν κρύβεται εις τας εποχάς
τώρα καταλαβαίνω ότι μέσα μου
έχουν κατοικία πολλά σκυλιά.

Τα βράδια κυρίως, αλυχτούνε μεγαλοφώνως
παραμορφώνοντας το τοπίο
τοποθετώντας θάλασσα
εκεί που έπρεπε να υπάρχει ουρανός

Τα πρωινά τα σκυλιά είναι ήσυχα
τρέφονται από είδωλα
από στρεβλές εικόνες
κυρίως από αυτό που ονομάζουν οι άλλοι
πραγματικότητα.

Απέναντί τους στέκεται πάντα
ένας δυσερμήνευτος Θεόφιλος
μέγας Αλέξανδρος των ονείρων μας
αυτός που καταπίνει με το πινέλο του
κάθε σκυλίσια μας φιλοδοξία.

Κυκλοφορεί με την φουστανέλα του λερή
κατουρώντας τα χρώματα
που φτιάχνουν ουρανούς,
κατουρώντας τα ωραία ηλιοτρόπια
που σκύβουν στο μέσα μέρος των ονείρων μας.
Εμείς είμαστε η απόληξή του
που ταξιδεύει συνεχώς
στα αγύρευτα της ιστορίας παροράματα.

Είμαστε το όνειρο ενός ζωγράφου
είμαστε το βλέμμα του τριαντάφυλλου
και των καλών σκυλιών του ήλιου.
Είμαστε η τρομαγμένη ιδέα του τίποτα
η στολισμένη με ωραίες εικόνες.

Όμως είμαστε και η νέα ανατολή
αυτή που μέσα στο κενό της ύπαρξης
ξέρει να ζωγραφίζει με λέξεις
ενα απίθανο βλέμμα γεμάτο με παιδιά
που χορεύουν καταμεσής στον ήλιο.
 
 
 
Φωτ. Νίκος Βαραλής

 
 
 
 
 

Πέμπτη 6 Ιουνίου 2024

Ελένη Νανοπούλου

Έκοβε φέτες λεπτές τα λεμόνια, πολύ προσεχτικά και τις έβαζε σε ένα ποτήρι με νερό και πάγο και φρεσκοκομμένο δυόσμο από τον κήπο του. Μιλούσε για τη Ρόζα του, για τα λεπτά της δάκτυλα, τους φίνους αστραγάλους. Διέσχιζε τους κήπους βόρεια και ανατολικά και νότια και δυτικά, όλο δυτικά.

Με έχασα… είπε, «πήγα σε ένα Βουδιστικό μοναστήρι στο Κι της Ινδίας και σε ένα Σέρβικο στην Οστρότσκα Γκρέντα, κατέληξα στο Oxtotipac, στο Μεξικό, έφερα ότι κομποσκοίνι και πετρούλα μπορείς να φανταστείς. Η Ρόζα… έχει συλλογή από κομποσκοίνια και πέτρες, πολλά από αυτά είναι σε κούτες στην αποθήκη.
Καθόλου σώμα| κομμάτια βράχου και ο βράχος στο χώμα-άργιλος
καθόλου μάτια | δεν θα γεράσουν-είπε- και κλάψαμε εκεί-που λείπουν
μα κάτι εύθραυστο εκεί | και ούτε μια φορά από τότε-φιλί
Σαν κάποιος-λέει-σαν κάποιος να ξεκολλάει τα σχήματα
Εν τω μεταξύ-
η αφήγηση είχε κήπους και σώματα με κοιλότητες που συγκρατούν ανέμους
κατά τόπους είχε εποχές και ήχους και εκρήξεις και ένα άσπρο φόρεμα
πολύ χαμηλά ξαπλωμένο
ένα πλάσμα λίγο στο φως
λίγο στη σκιά
και μια μικρή βροχή
Αυτή η ψίχα της γης τι όμορφα που πλέει σαν ρούχο λινό.





Φωτογραφία: Ελε.Να. 2024









Τετάρτη 5 Ιουνίου 2024

Εκκρεμότητες ~ Γρηγόρης Σακαλής

 

Σ’ ένα δωματιάκι
μ’ έναν φεγγίτη
διάγω τον βίο μου.
Ιδέες μεγάλες
οράματα ζωντανά
σχεδόν πραγματικά
δεν περιορίζεται
η ψυχή
ούτε φυλακίζεται
ολετήρας ο χρόνος
ψυχών και σωμάτων
με καταπίνει και μένα
στα βάραθρα της ανυπαρξίας
μα πρώτα έχω
κάποιες εκκρεμότητες να κλείσω
να γράψω
ν’ αγαπήσω
να ζήσω.


φωτ. @Erina Espiritu


Κυριακή 2 Ιουνίου 2024

Ανοιξιάτικες φωτογραφίες ~ Ηλίας Μάρκος


Μην στέλνεις άλλες ανοιξιάτικες φωτογραφίες
τα λίγα τους αγριολούλουδα μαράθηκαν αργά
μέσα στον απόκοσμο και βροχερό τους φόντο
διαιωνίστηκαν σπαρμένα στον υποσχετικό ορίζοντα
με τα θαμπά τους ανοιξιάτικα σημάδια
εδώ τώρα αρχίζει μια περίοδος ξηρασίας
με απρόσμενες κι ανισόρροπες καθημερινές βροχές
και μ’ ένα άνυδρο και θολό ρέμα
να κατατρώει αργά το χωμάτινο ρούχο μας
μια παρατεταμένη κι απροσδιόριστη αναμονή
να συντροφεύει τις μέρες μας
έτσι λοιπόν μη στέλνεις τ' απολιθώματα του καιρού
σφάλματα φωτός κι άλλα παράπονα κι ανησυχίες
μονάχα κοίτα την κάθε στιγμή στα μάτια
κι όπου κι αν βρεθείς άπλωνε το βλέμμα τριγύρω
ας πούμε αγκάλιασε τον κόσμο σε μια ματιά
δες τα πρώτα φανταχτερά βερίκοκα στο πιάτο
και δίπλα την κούπα με τον φρέσκο καφέ
το κλωνάρι του βασιλικού που μιλάει με το γυαλί
χαμογέλα δίπλα στον σκοτεινό βλέμμα του γείτονα
κι ας μην ήταν ποτέ εκεί κοντά
λόγω μοναξιάς κι άλλα διάφορα τέτοια
ντύσε με τα δροσερά κύματα της αιώνιας θάλασσας
κι αυτό το μακρύ κι άγνωστο καλοκαίρι.



Φωτογραφία: Ηλίας Μάρκος 



Ποιήματα ~ Λάμπρος Μάλλιος

    ΜΙΚΡΟ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ   Γεννήθηκα κοντά στο ποτάμι. Κάτω απ' τον ίσκιο του πλάτανου, της μουριάς και της κερασιάς.   Τα πρώτα βήματα πάνω ...