Σάββατο 9 Ιουλίου 2022

Νίκος Αντ. Πουλινάκης ~ Ποιήματα

Μη με ρωτάτε.
Με γδέρνει ο πόνος της
σαν ξεροβόρι.


~~~ 


" Στάρι "
Σαν γινωμένο στάρι
διανέμομαι μετά το εκκλησίασμα
στο ξωκλήσι των αναφιλητών της.
Αχ , ένα τσούρμο οι εγκόσμιες ανάσες μου.
Και ντύνονται μεμιάς την έφεση
ανήμερου καμαρωτού ουρανού
σε δυο παλάμες γλυκοσκιρτήματα
περιφρονημένης στοργής.


~~~


" Φιλί "
Παίρνω το φιλί της και το ρίχνω
στην τσέπη του παντελονιού μου.
Να ΄χω για χαρτζιλίκι ένα φράγκο ουρανού.


~~~


" Σκαλωσιά "
Σκοτίζονται ετερόκλητα υλικά
ολάνθιστων κακοκαιριών
και σουλατσάρουν στη σκαλωσιά της ζωής μου.
Δεν αφήνουν ούτε λεπτό ν' αναπαυθούν
στα μπουντέλια και στα μαδέρια της
τα απορημένα τραγούδια μου
που βήχουν αίμα πηχτό.


~~~


'' Άλλοτε ''
Άλλοτε διανυκτέρευαν
στο κελί μου στίχοι.
Και έπαιρναν λάδι απ΄ το καντήλι
για να σταυρώσουν τις γονυκλισίες μου.
Μεμιάς που λέτε γλύκαινα
και άστραφτα από νιάτα.
Όμως να που ωρίμασε ο καρπός μου.
Ψήλωσα. Εντάξει ! Μεγάλωσα αρκετά .
Δεν αντέχω πολύ χαμηλές θερμοκρασίες.
Σαστισμένος λοιπόν στέλνω ολόκληρες
σελίδες αναφοράς και τους γράφω
για την φλεγμονή και τον πόνο στις αρθρώσεις μου.
Τώρα πια δεν με παίζουν στα δάχτυλά τους.
Δεν με κουβεντιάζουν.
Δεν συμμερίζονται τις σκόλες των πληγών μου.
Δεν με εμπιστεύονται.
Μ΄ αφήνουν να πλήξω.
Ψήλωσα. Εντάξει ! Μεγάλωσα αρκετά .
Τώρα πια αρπάζω κρύωμα
και από τις κλειδαρότρυπες των ματιών μου.




Η εκδρομή της Ναυσικάς. Walker, Ethel, 1920, Λονδίνο, Tate Gallery



Για την ποιήτρια Κ.Κ. της πόλης Κ. ( και για όλες τις ποιήτριες) ~ Ελένη Νανοπούλου

 Για την ποιήτρια Κ.Κ. της πόλης Κ.
( και για όλες τις ποιήτριες)

βλέπει τον άγγελο να περνάει σιμά της αγρυπνώντας πάνω απ΄ την κοιμισμένη πόλη

εγκαταλείπει τότε αθόρυβα το κάθισμά της σχεδόν γυμνή βγαίνει από το δωμάτιο καθώς η καρδιά την σπρώχνει έξω ρίχνοντας μόνο ένα ελαφρό μάλλινο σάλι στους ώμους και με ένα σκίρτημα γλιστράει πάνω από τους δρόμους ,τους κήπους ,τις γειτονιές σα να κολυμπάει στον αέρα με διάφανες μεταξωτές κλωστές
χαμογελάει στο μικρό φεγγάρι που κοιτά απορημένο
μελετάει τους χαραγμένους στ΄ άστρα χάρτες σιωπηλή
μια γάτα που ξαπλώνει εκεί κοντά κάνει τη νύχτα ατάραχη
μια μουσική ξεχύνεται με νότες που σκαλώνουν στα συρμάτινα πεντάγραμμα ανάμεσα στις κολόνες
στις πλατείες φυσάει ένα αεράκι που καθαρίζει τον τόπο για την αυριανή
χαιρετάει τις κορφές των δέντρων που υποκλίνονται
ακολουθεί τις τρίλιες ενός πουλιού
χαϊδεύει με το βλέμμα της τα άνθη
που ευγενικά σαλεύουν τα πέταλά τους
λιγνοί θάμνοι ανοίγουν απαλά στο πέρασμά της
στις στέγες των σπιτιών ρίχνει βότανα για τους πονεμένους
για κείνους που αγρυπνάνε από αγωνία ,βάλσαμο
για τους αρρώστους λέξεις ιαματικές
στα χρωματιστά δωμάτια σκορπίζει αστραφτερή σαν την αλήθεια αγάπη για να διώξει τη μυρουδιά του φόβου από το χνώτο των παιδιών
γυρίζοντας στο σπίτι εκείνη θα βρει μια ζωγραφιά στην πόρτα της που άφησαν αντίδωρο
οι φίλοι εν σιωπή




 Άγγελος ΓιαλλινάςΟ Κεράτιος Κόλπος. Κωνσταντινούπολη. Υδατογραφία (ακουαρέλα), 34 εκ. x 55 εκ. Συλλογή Βουλής των Ελλήνων.

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2022

Το ημιτελές τους - Τάσος Μάντζιος

 

οι Έρωτες που δεν ευδοκίμησαν,
όσοι δεν αξιώθηκαν
Αγάπες
να γίνουν,
γίνονται άνθρωποι.
Χλωμοί.
Σκιές γίνονται.
Καταδικάζονται 
στην αιώνια δίψα.
Με τα ενδύματα, πορεύονται
της θλίψης.
Οι Έρωτες 
θρηνούν
το ημιτελές τους.
Το παρόν, νηστεύουν.


Τη μέρα λαθροβιούν.


Όμως, 
την νύχτα,
ανοίγουν κρυφά το ψυγείο.
Τσιμπολογάνε
Παρατατικούς και Αορίστους.
Τσιμπολογάνε
ονόματα.
Στιγμές.
Την νύχτα,
κοιτούν με νοσταλγία τον ουρανό.
Νευρικά, καπνίζουν.


Ξαναθυμούνται 
τα ουράνια τόξα τους.
Την εποχή της αμβροσίας
ξαναζούν.
Για λίγο
εξαϋλώνονται.


Κι ύστερα,
πριν το λυκαυγές, 
πριν του αλέκτορος την έγερση,
σαν σφίξει η ψύχρα,
ξαναγυρνάνε.
Συστέλλονται.
Ρίχνουνε βιαστικά στους ώμους τους
ξανά
το σάρκινό τους ένδυμα.
Τον δεινό Ενεστώτα τους.
Τον χλωμό Μέλλοντά τους.



από την ποιητική συλλογή Τα οξέα του ποιήματος, εκδόσεις "ευ"





 

Charles Webster Hawthorne (1872-1930), Οι ερωτευμένοι

Χάριν πολέμου ~ Βασιλική Βλαστού


Ατάλαντο μ´ έλεγαν από μικρό,

δεν είχα χάρη έλεγε η μάνα

ενώ ο πατέρας πάλευε να με κάνει άντρα.

Αργότερα, πολύ αργότερα,

οι λέξεις τους αντηχούσαν

σε κάθε πάτημα της σκανδάλης,

σε κάθε χτύπο της καρδιάς από φόβο.

Πόσο ταλέντο θέλει ο πόλεμος;

Πόση χάρη ο θάνατος;

Μεσ’ στην παράνοια της μάχης

αφήνω ξέπνοα τα κορμιά

και κάνω σκέψεις νοσηρές.

Άραγε, έγινα άντρας στα μάτια του πατέρα;

Ταλέντο μάνα και χάρη.

Πολύ χάρη γύρω μου.

Αζωγράφιστοι καμβάδες κι άγραφα χαρτιά που

δεν θα βρουν ποτέ το ποίημά τους.

Κι εγώ ο ατάλαντος, που σαν άτρωτος

κρατώ το σίδερο αντί για πένα,

γράφω την ιστορία ενός πολέμου.

Βλέπεις μάνα;

Ησύχασε τώρα.

Επιδέξια σκοτώνω τον άνθρωπο

λες και βρήκα πια τη χάρη μου.

Θέλει ταλέντο να μένεις ζωντανός.

Τόσες ανάσες, τόσες καρδιές σταματημένες,

κι εγώ όρθιος, χωρίς πόνο,

χωρίς πείνα, βλέπω το φίλο για εχθρό.

Πες στον πατέρα ότι γιγαντώθηκα.

Πες του πως έγινα άντρας

κι άντεξα πολύ

αλλά δεν θέλω άλλο.

Θέλει ταλέντο μάνα ο πόλεμος!


~~~


Ανέκδοτο ποίημα

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]






Head of Ares

Marble. After the Greek original by Alkamenes ca. 420s BCE.Inv. No. A 105.Saint Petersburg, State Hermitage Museum




Πέμπτη 23 Ιουνίου 2022

Ο χαμένος χρόνος της αγάπης - Γιώργης Παυλόπουλος


«Είμαστε κάπου εκεί μαζί
και κανείς δεν ξέρει πού είμαστε
και σε κοιτάζω
όπως κοιτάζει ο ουρανός τη Θάλασσα
και σ’ αγαπώ
και πονάω για Σένα και για μένα
πονάω για τον χαμένο χρόνο της αγάπης
Πες μου πως δε θα μπορέσουμε
να πεθάνουμε ποτέ
Εσύ που είσαι από μένα
κι εγώ που είμαι από Σένα
που είμαι τίποτα
χωρίς Εσένα
Πες μου αν ξέρεις
− εγώ δεν ξέρω −
πότε σε γνώρισα και πού
πότε σε πρωτοκοίταξα
όπως κοιτάζει ο ουρανός τη Θάλασσα
εγώ που σ’ αγαπώ
πριν από την πρώτη μέρα του κόσμου
και πονάω για Σένα και για μένα
πονάω για τον χαμένο χρόνο της αγάπης».
Στίχοι αισθηματικοί που δεν τους δημοσίευσε ποτέ
κι έμειναν για χρόνια θαμμένοι στα χαρτιά του.
Άλλωστε το είχε καταλάβει από πολύ νωρίς
δεν του πηγαίναν τέτοιες υπερβολές ποιητικές.
Όμως απόψε που τους διάβαζε αργά τη νύχτα
πόνεσε πάλι όπως και τότε
για τον χαμένο εκείνο χρόνο της αγάπης.


Από τη συλλογή «Λίγος άμμος», που περιλαμβάνεται στην συγκεντρωτική έκδοση «Γιώργης Παυλόπουλος - Ποιήματα, 1943-2008», εκδ. Κίχλη, 2017.




Τετάρτη 22 Ιουνίου 2022

Είμαι σαν Εσένα - Κατερίνα Ατσόγλου [19/06/2016]


Πατέρα
ακόμα σε αναζητώ
δεν με κατάλαβες ποτέ
ούτε εγώ εσένα.

Στέκεσαι σιωπηλός
στέκεσαι μακριά μου
δεν έτρεξα ποτέ
στην αγκαλιά σου.

Σκληρός σαν το μυστρί
που μας έθρεψε
και καθαρός σαν το νερό
μες τον ασβέστη.

Πατέρα μου έλειψες πολύ
ήθελα στον αέρα αγκαλιές
και βόλτες με ποδήλατο
ήθελα να έχω χρώμα ροζ για 'σένα...

Είμαι σαν εσένα
σκληρή και μόνη!






Διαμαντόπουλος Διαμαντής (1914 - 1995)
Σοβατζής, 1949, Μεταξοτυπία , 59,5 x 49,2 εκ.






Παρασκευή 10 Ιουνίου 2022

Επίγραμμα για το Δίστομο ~ Γιάννης Ρίτσος

Εδώ' ναι το πικρό το χώμα του Διστόμου.
ώ εσύ διαβάτη, όπου πατήσεις να προσέχεις.
Εδώ πονά η σιωπή, πονάει η πέτρα κάθε δρόμου
κι απ' τη θυσία κι απ' τη σκληρότητα του ανθρώπου.
Εδώ μια στήλη απλή, μαρμάρινη, όλη κι όλη
με ονόματα σεμνά, και τη Δόξα τα ανεβαίνει
λυγμό λυγμό, σκαλί - σκαλί, μεγίστη σκάλα
[πηγή: Γιάννης Ρίτσος, Συντροφικά τραγούδια. Αφιέρωμα στα 40χρονα του ΕΑΜ, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1981, σ. 137]








Οι φάροι ~ Κατερίνα Ατσόγλου

  Γέμισα τα χρόνια μου καταστροφές και τα σεντόνια μου αλμύρα. Μούσκεψαν τα μαξιλάρια πίκρα και στα όνειρα ζούσα συμφορές. Τεμαχισμένα κορμι...