![]() |
O Γουίλιαμ Τζάκσον Σμαρτ και η κόρη του Σονόρα σε άρθρο της εφημερίδας The River Press |
Κ.Π.Καβάφης, Ιερεύς του
Σεραπίου
Τον γέροντα
καλόν πατέρα μου,
τον αγαπώντα
με το ίδιο πάντα·
τον γέροντα
καλόν πατέρα μου θρηνώ
που πέθανε
προχθές, ολίγο πριν χαράξει.
Ιησού
Χριστέ, τα παραγγέλματα
της
ιεροτάτης εκκλησίας σου να τηρώ
εις κάθε
πράξιν μου, εις κάθε λόγον,
εις κάθε
σκέψι είν’ η προσπάθεια μου
η
καθημερινή. Κι όσους σε αρνούνται
τους
αποστρέφομαι. — Αλλά τώρα θρηνώ·
οδύρομαι,
Χριστέ, για τον πατέρα μου
μόλο που
ήτανε — φρικτόν ειπείν —
στο
επικατάρατον Σεράπιον ιερεύς.
[1926*]
![]() |
1926: Alexandria Railway Station, Egypt. |
Νικηφόρος Βρεττάκος, Παλαιοί μόνιμοι κάτοικοι
Εδώ περιφέρονται κ’ οι σκιές των προγόνων μου.
Κάποτε μάλιστα θαρρώ πως ανοίγει
του μεγάλου, ακατοίκητου παλιού μας
σπιτιού το παράθυρο ο πατέρας μου.
Πως βγάζει σιγά-σιγά το κεφάλι, βγάζει
το χέρι. Με το μεγάλο του δάχτυλο
μου δείχνει στο βάθος κάτι
σαν όνειρο, κάτι σαν ένα περι-
πλανώμενο, άπιαστο, ουράνιο τόξο.
Τον ρωτώ
αν αυτό που βλέπω μπορεί να είναι
η ειρήνη. Με ακούει και αθόρυβα,
χωρίς ν’ απαντήσει, κλείνει σιγά-σιγά
το παράθυρο πάλι ο πατέρας.
![]() |
Νικηφόρος Βρεττάκος |
Γιώργος Τζιας, Πατρός του Αγίου
Στην αγκαλιά του Ήφαιστου μεγάλωσες.
Το αμόνι και το σίδερο, οι παιδικοί σου φίλοι.
Σφυρί, καλέμι και φωτιά, τα πρώτα σου παιχνίδια.
Δούλεψε παραγιέ δούλεψε, αυτό είναι το ριζικό σου.
Στα υπόγεια φαρνατζίδικα, έδεσε το κορμί σου.
Στράντζα και κύλινδρος ρουφήξανε το εφηβικό σου αίμα.
Μουντζούρα, ιδρώτας, βάσανα, της νιότης σου η εικόνα.
Δούλεψε βλαστάρι δούλεψε, αυτό είναι το ριζικό σου.
Στο παγωμένο μέταλλο ξέσπασε η οργή σου.
Η τέχνη των μαστόρων σου γαλήνεψε το νου σου.
Στα ροζιασμένα χέρια σου εφώλιασεν η γνώση.
Δούλεψε άνθρωπε δούλεψε, αυτό είναι το ριζικό σου.
Μπέσα, αντριλίκι και καρδιά, μοίρασες στους δικούς σου.
Τεχνίτης, μάστορας μαζί, έγραψαν στο όνομα σου.
Της λαμαρίνας γητευτής η εικόνα στα όνειρα μας.
Δούλεψε μάστορα δούλεψε, αυτό είναι το ριζικό σου.
Μάστορα, φίλε, αδερφέ, της εργατιάς καμάρι.
Του Προμηθέα είσαι απόγονος, της ανθρωπιάς πατέρας.
Η γειτονιά μας κάστρο σου, το σπίτι μας απάγκιο.
Δούλεψες μάστορα δούλεψες, μας έπλασες ανθρώπους.
Είμαι σαν Εσένα - Κατερίνα Ατσόγλου [19/06/2016]
Γιάννης Βαρβέρης, Ο πατέρας δεν πίνει στους ουρανούς
Χθες είδα πάλι στον ύπνο μου τον πατέρα.
Καθόμασταν οι δυο μας σ’ ένα τραπέζι με καρό τραπεζομάντιλο.
Κάποιος μας έφερε δυο ποτηράκια και κρασί.
– Είσαι καλά; Του λέω.
– Καλά, καλά, και μου ‘πιασε το χέρι.
– Άντε, στην υγειά σου, είπε.
Σήκωσε το ποτήρι, τσούγκρισε και το άφησε πάνω στο τραπέζι.
– Δεν πίνεις; Ρώτησα.
– Εσύ να πιεις, απάντησε. Εγώ δε θέλω να ξεχάσω…
![]() |
Γιάννης Βαρβέρης |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου