Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούλιος, 2022

Αυγουστιάτικος άνεμος ~ Νικηφόρος Βρεττάκος

  Είναι τόση η γαλήνη, που δεν ξέρω αν υπάρχουν καρδιές χωριστές – τόσα μάτια, όσα βλέπουν αυτή τη στιγμή: ζώα, ψάρια, φυτά και πουλιά κι αδερφοί το στερέωμα, πάμφωτο, διάφανο, ανάμεσα στην κάτασπρη γύρη του. Νιώθω μέσα στο στήθος μου την καρδιά μου νερό που χορεύει και νιώθω σα να ‘μαι ένας διάττοντας που πέφτοντας στάθηκε για λίγο μετέωρος και γύρισε πάλι, φωτεινός και χαρούμενος, προς τα πάνω. Ψυχή μου! Τι σε θέλω, ψυχή μου; Τι κάθεσαι και δε γίνεσαι μέλισσα; Δυο γραμμούλες φωτός, δυο αστεράκια οι κεραίες σου – πέταξε, πρόλαβε, τρέξε, ένα γύρο, δυο γύρους, τρεις γύρους, να φέρεις φωτιά στην κυψέλη σου. Ψυχή μου, χαρά μου, τι κάθεσαι μέλισσα; Άνοιξαν όλα τα λουλούδια του σύμπαντος. (Νικηφόρος Βρεττάκος, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Τόμος 2ος, Εκδόσεις Θεμέλιο)

[Ίαση] ~ Κατερίνα Ατσόγλου

  Υγεία , παιδικές φωνές Κρυσταλλάκια ευτυχίας Καθρεφτίζουν τα πάντα Όπως οι αχτίδες του ήλιου την θάλασσα

Καλλιόπη Εξάρχου ~ Τόσο ήθελε το στήθος [Ποιήματα]

Εμείς δεν κάνουμε θόρυβο όταν σπάζουν οι αγκαλιές μας Εμείς σηκώνουμε σημαίες τα θρύψαλα του νυν και του αεί ~~~ Αν δεν κολυμπήσεις στο στήθος του άλλου πώς θα ακούσεις βαθιά του βυθού τη βοή; ~~~ Έτσι, μάλιστα Να σε κατοικούν όσοι δεν θέλουν να σου αλλάξουν πόρτες και παράθυρα. ~~~ Και εκεί που λες καλά είμαι εδώ όλα εν τάξει σου κόβεται η γλώσσα και πρέπει να δανειστείς άλλη. ~~~ Και ποιος τώρα θα περιθάλψει την αγιότητα των μικρών πραγμάτων; Ένας ίλιγγος ανεμοστρόβιλος τα πήρε και τα σήκωσε Έσβησε κι η φωτιά κι ας καυχιέται για το αίμα που την κατοικεί Και πάνω που μιλούσαμε για κάτι οικουμενικές πατρίδες που υφαίνουν θαύματα Αβάσταχτες λέξεις ~~~ Έλα να τα πούμε από κοντά να σε βλέπω να με βλέπεις όταν θα λογαριάζουμε μαζί πόσο το σώμα πόσο το πνεύμα πόσο η ψυχή Μήπως χρειαστεί να κάνουμε και σπονδές με το ένα χέρι στο χώμα και τ’ άλλο στον ουρανό Να βρούμε τέλος πάντων έναν τρόπο βρε αδελφέ να μην στοιχειώσει το "σ’ αγαπώ" να μη λιποτακτήσει κανένα χάδι από τις φο...

Νίκος Αντ. Πουλινάκης ~ Ποιήματα

Μη με ρωτάτε. Με γδέρνει ο πόνος της σαν ξεροβόρι. ~~~  " Στάρι " Σαν γινωμένο στάρι διανέμομαι μετά το εκκλησίασμα στο ξωκλήσι των αναφιλητών της. Αχ , ένα τσούρμο οι εγκόσμιες ανάσες μου. Και ντύνονται μεμιάς την έφεση ανήμερου καμαρωτού ουρανού σε δυο παλάμες γλυκοσκιρτήματα περιφρονημένης στοργής. ~~~ " Φιλί " Παίρνω το φιλί της και το ρίχνω στην τσέπη του παντελονιού μου. Να ΄χω για χαρτζιλίκι ένα φράγκο ουρανού. ~~~ " Σκαλωσιά " Σκοτίζονται ετερόκλητα υλικά ολάνθιστων κακοκαιριών και σουλατσάρουν στη σκαλωσιά της ζωής μου. Δεν αφήνουν ούτε λεπτό ν' αναπαυθούν στα μπουντέλια και στα μαδέρια της τα απορημένα τραγούδια μου που βήχουν αίμα πηχτό. ~~~ '' Άλλοτε '' Άλλοτε διανυκτέρευαν στο κελί μου στίχοι. Και έπαιρναν λάδι απ΄ το καντήλι για να σταυρώσουν τις γονυκλισίες μου. Μεμιάς που λέ...

Για την ποιήτρια Κ.Κ. της πόλης Κ. ( και για όλες τις ποιήτριες) ~ Ελένη Νανοπούλου

  Για την ποιήτρια Κ.Κ. της πόλης Κ. ( και για όλες τις ποιήτριες) βλέπει τον άγγελο να περνάει σιμά της αγρυπνώντας πάνω απ΄ την κοιμισμένη πόλη εγκαταλείπει τότε αθόρυβα το κάθισμά της σχεδόν γυμνή βγαίνει από το δωμάτιο καθώς η καρδιά την σπρώχνει έξω ρίχνοντας μόνο ένα ελαφρό μάλλινο σάλι στους ώμους και με ένα σκίρτημα γλιστράει πάνω από τους δρόμους ,τους κήπους ,τις γειτονιές σα να κολυμπάει στον αέρα με διάφανες μεταξωτές κλωστές χαμογελάει στο μικρό φεγγάρι που κοιτά απορημένο μελετάει τους χαραγμένους στ΄ άστρα χάρτες σιωπηλή μια γάτα που ξαπλώνει εκεί κοντά κάνει τη νύχτα ατάραχη μια μουσική ξεχύνεται με νότες που σκαλώνουν στα συρμάτινα πεντάγραμμα ανάμεσα στις κολόνες στις πλατείες φυσάει ένα αεράκι που καθαρίζει τον τόπο για την αυριανή χαιρετάει τις κορφές των δέντρων που υποκλίνονται ακολουθεί τις τρίλιες ενός πουλιού χαϊδεύει με το βλέμμα της τα άνθη που ευγενικά σαλεύουν τα πέταλά τους λιγνοί θάμνοι ανοίγουν απαλά στο πέρασμά της στις στέγες των σπιτιών ρίχνει βότ...

Το ημιτελές τους - Τάσος Μάντζιος

  οι Έρωτες που δεν ευδοκίμησαν, όσοι δεν αξιώθηκαν Αγάπες να γίνουν, γίνονται άνθρωποι. Χλωμοί. Σκιές γίνονται. Καταδικάζονται  στην αιώνια δίψα. Με τα ενδύματα, πορεύονται της θλίψης. Οι Έρωτες  θρηνούν το ημιτελές τους. Το παρόν, νηστεύουν. Τη μέρα λαθροβιούν. Όμως,  την νύχτα, ανοίγουν κρυφά το ψυγείο. Τσιμπολογάνε Παρατατικούς και Αορίστους. Τσιμπολογάνε ονόματα. Στιγμές. Την νύχτα, κοιτούν με νοσταλγία τον ουρανό. Νευρικά, καπνίζουν. Ξαναθυμούνται  τα ουράνια τόξα τους. Την εποχή της αμβροσίας ξαναζούν. Για λίγο εξαϋλώνονται. Κι ύστερα, πριν το λυκαυγές,  πριν του αλέκτορος την έγερση, σαν σφίξει η ψύχρα, ξαναγυρνάνε. Συστέλλονται. Ρίχνουνε βιαστικά στους ώμους τους ξανά το σάρκινό τους ένδυμα. Τον δεινό Ενεστώτα τους. Τον χλωμό Μέλλοντά τους. από την ποιητική συλλογή Τα οξέα του ποιήματος , εκδόσεις "ευ"   Charles Webster Hawthorne (1872-1930),  Οι ερωτευμένοι . 

Χάριν πολέμου ~ Βασιλική Βλαστού

Ατάλαντο μ´ έλεγαν από μικρό, δεν είχα χάρη έλεγε η μάνα ενώ ο πατέρας πάλευε να με κάνει άντρα. Αργότερα, πολύ αργότερα, οι λέξεις τους αντηχούσαν σε κάθε πάτημα της σκανδάλης, σε κάθε χτύπο της καρδιάς από φόβο. Πόσο ταλέντο θέλει ο πόλεμος; Πόση χάρη ο θάνατος; Μεσ’ στην παράνοια της μάχης αφήνω ξέπνοα τα κορμιά και κάνω σκέψεις νοσηρές. Άραγε, έγινα άντρας στα μάτια του πατέρα; Ταλέντο μάνα και χάρη. Πολύ χάρη γύρω μου. Αζωγράφιστοι καμβάδες κι άγραφα χαρτιά που δεν θα βρουν ποτέ το ποίημά τους. Κι εγώ ο ατάλαντος, που σαν άτρωτος κρατώ το σίδερο αντί για πένα, γράφω την ιστορία ενός πολέμου. Βλέπεις μάνα; Ησύχασε τώρα. Επιδέξια σκοτώνω τον άνθρωπο λες και βρήκα πια τη χάρη μου. Θέλει ταλέντο να μένεις ζωντανός. Τόσες ανάσες, τόσες καρδιές σταματημένες, κι εγώ όρθιος, χωρίς πόνο, χωρίς πείνα, βλέπω το φίλο για εχθρό. Πες στον πατέρα ότι γιγαντώθηκα. Πες του πως έγινα άντρας κι άντεξα πολύ αλλά δεν θέλω άλλο. Θέλει ταλέντο μάνα ο πόλεμος! ~~~ Ανέκδοτο ποίημα [Πρώτη δημοσίευση στο ηλ...