Αυγουστιάτικος άνεμος, Νικηφόρος Βρεττάκος
Είναι τόση η γαλήνη, που δεν ξέρω αν υπάρχουν
καρδιές χωριστές – τόσα μάτια, όσα βλέπουν
αυτή τη στιγμή: ζώα, ψάρια, φυτά και πουλιά
κι αδερφοί το στερέωμα, πάμφωτο, διάφανο, ανάμεσα
στην κάτασπρη γύρη του.
Νιώθω μέσα στο στήθος μου
την καρδιά μου νερό που χορεύει και νιώθω
σα να ‘μαι ένας διάττοντας που πέφτοντας στάθηκε
για λίγο μετέωρος και γύρισε πάλι, φωτεινός και
χαρούμενος,
προς τα πάνω. Ψυχή μου! Τι σε θέλω, ψυχή μου; Τι
κάθεσαι και
δε γίνεσαι μέλισσα; Δυο γραμμούλες φωτός,
δυο αστεράκια οι κεραίες σου – πέταξε, πρόλαβε, τρέξε,
ένα γύρο, δυο γύρους, τρεις γύρους, να φέρεις
φωτιά στην κυψέλη σου.
Ψυχή μου, χαρά μου, τι κάθεσαι μέλισσα;
Άνοιξαν όλα τα λουλούδια του σύμπαντος.
Οδυσσέα Ελύτη, «Ο Αύγουστος»
Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά
κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά
Αύγουστε μήνα και Θεέ σε σένα ορκιζόμαστε
πάλι του χρόνου να μας βρεις στο βράχο να φιλιόμαστε
Απ΄την Παρθένο στον Σκορπιό χρυσή κλωστή να ράψουμε
κι έναν θαλασσινό σταυρό στη χάρη σου ν΄ανάψουμε
Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά
κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά.
Από τη συλλογή Ήλιος ο πρώτος (1943)
[πηγή: Οδυσσέας Ελύτης, Ποίηση, Ίκαρος, Αθήνα 2002, σ. 285]
![]() |
φωτ. Κατερίνα Ατσόγλου |
Οι εραστές τ’ Αυγούστου- Ιωσήφ Μπρόντσκι
Οι εραστές τ’ Αυγούστου,
οι εραστές τ’ Αυγούστου με λουλούδια στα χέρια έρχονται,
τ’ αόρατα καλέσματά τους τραβούν στις αυλές,
οι εραστές τ’ Αυγούστου με κόκκινα πουκάμισα και μισάνοιχτα στόματα
τρεμοσβήνουν στα σταυροδρόμια,
εξαφανίζονται στα σοκάκια,
τρέχουν στις πλατείες.
Στους εραστές τ’ Αυγούστου
αχνοφέγγουν στη βραδινή ατμόσφαιρα
οι ερυθρόλευκες γραμμές των κεντημένων λουλουδιών πάνω
στα πουκάμισά τους,
φωτίζονται τ’ ανοιχτά παραθύρια στις σκοτεινές αυλές
κι αυτοί όλο πηγαίνουν κι όλο τρέχουν σε κάποιο κάλεσμα.
Να και το δείλι της ζωής, να και το δείλι που δίπλα περνά απ’ την πόλη,
να το που χρωματίζει τα δέντρα,
που σβήνει τη λάμπα,
που γυαλίζει τ’ αυτοκίνητα . . .
Στα στενά σοκάκια βιαστικά ηχούν οι παρέες,
γύρισε πίσω, έβγα στο μπαλκόνι και πέταξε το παλτό.
Βλέπεις, οι εραστές τ’ Αυγούστου τρέχουν κρατώντας λουλούδια στα χέρια.
Οι γαλάζιες ανταύγειες των διαφημίσεων κυλούν από τις στέγες
κι εσύ κοιτάζεις κάτω, δίχως ποτέ και με κανένα θέση δεν αλλάζεις,
συνομιλώντας με τον εαυτό σου.
Να τα λουλούδια και τια διαμέρισμα με το νέο έρωτα,
με το καινούριο μαστίγιο, που μπαίνει σε κύκλο νέο,
παραδίδοντας τον εαυτό του με νέα κραυγή και νέο αίμα,
παραδίδοντας τον εαυτό του, αφήνοντας τα λουλούδια να πέσουν απ’ τα χέρια του.
Το νέο δείλι θορυβεί,
κανείς δεν θα επιστρέψει στη νέα ζωή,
κανείς δε θα περάσει κάτω απ’ το μπαλκόνι για να ‘ρθει να σε δει,
κανείς δε θα σου παρασταθεί,
κανείς δε θα σου σταθεί,
πιο κοντά, απ’ ό,τι εσύ στον εαυτό σου,
απ’ τα λουλούδια,
απ’ ότι είσαι εσύ στον εαυτό σου.
(Ιωσήφ Μπρόντσκι, 1961, Οι εραστές τ’ Αυγούστου. Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης)
![]() |
φωτ. Κατερίνα Ατσόγλου |
Ο έρωτας ~ Κατερίνα Ατσόγλου
Ο έρωτας δεν ρωτά.
Δεν ζητά το λόγο ευγενικά.
Δεν αναγνωρίζει απαγορευτικά.
Δεν υπολογίζει λογικές.
Ζει κάτω από χόρτα ξερά
έτοιμα να προκαλέσουν πυρκαγιά
μέρα μεσημέρι στο τελείωμα του Αυγούστου.
Ο έρωτας έρχεται...
Σκαρφαλώνει στα πόδια σου
τρυπά το στέρνο σου και μπαίνει μέσα σου
κατακτά τα φρούρια
σπάει τις πανοπλίες.
Σε γυμνώνει.
Σε αποτελειώνει.
Σε συνθλίβει.
Σε αφήνει μόνο.
Συμβολισμοί, εκδόσεις Βακχικόν, σελ.25
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου