ευθαρσώς και στα ίσα
Κι άξαφνα εσιώπησε κι άρχισε να μιλά - ωραίο πρόσωπο,
ευρυγώνιο, με χτιστάδες, ραγάδες και λυγερά τεμάχια πέτρας
(τι χαράκια κι αυτά για την ποίηση). Λίγο πιο πριν και πιο
έξω το αρχαίο νταμάρι και οι αμαξωτοί.
Χρόνε ανίκατε μάχαν, δεν έχω πλέον χρόνο για μυθιστορίες,
του είπε ευθαρσώς και στα ίσα.
ουδόλως ντρεπόταν
Να εξηγούμαστε:
ουδόλως ντρεπόταν για τα καράτια στα φτερά του,
ίσως γι' αυτό να πέθανε
άγγελος μόνο
μόνο άγγελος
σε ράφι βιτρίνας με θέα.
Σαν πιάνει η άνοιξη κι η περσεφόνη, ψάχνω τους από μη-
χανής θεούς μου και τ' αγάλματα, δηλώνει αγωνιωδώς και
αμέριμνος. Και κείνη την αντηλιά την όλο νάζι.
Έξω οι άνθρωποι τρώνε αμίλητοι.
τι φωνασκούν τα αγάλματα στην αγορά
Και τότε εσύ - για σένα μιλούσαμε πριν,
τι φωνασκούν τα αγάλματα στην αγορά, να λες,
τι τα φτενά τους δόρατα, τι τα καλοθρεμμένα
ούτ' ένας αίας καταγής, ούτ' ένας τεύκρος κάτω,
τέτοιοι ψηλοί αστράγαλοι εμένα με λιγώνουν.
Στη γωνία ένας τουρίστας περιμένει το καράβι για το
Πέραμα.
Στη στέρνα ένα σκυλί σαλιώνει το γυαλάκι στην πατούσα του.
Αμφότεροι καρτερικοί.
Αμφότεροι εναγωνίως.
αυτός ο Ονήσιλος
Λοιπόν
α υ τ ό ς
ο Ονήσιλος,
όταν κανείς δεν τον θυμάται ολοσχερώς,
τακτοποιεί τις τριήρεις στις τσέπες του
και επιδίδεται σε βόλτες ακίνητος
ενίοτε σταματά για ένα ρακόμελο
είναι ο τρόπος του να επιστρέφει,
θα σχολιάσει ο ανταποκριτής.
Ίκαρος
Στις σκουριές του λαυρίου αριθ. 7
βότσαλα πετροβολούν έναν Ίκαρο
(κανείς δεν αμφισβητεί τις προθέσεις τους να παίξουν)
-ανώδυνα πέσε, τον ορμηνεύουν.
Έχει προηγηθεί ο ήλιος.
επιλαθού
Ωστόσο
Όλο και πιο συχνά ξυπνώ με τα μάτια και τα πόδια πρησμένα.
Είναι που στον ύπνο μου βλέπω ταινίες με λάμπουσα πόλη εμένα.
Δεν είμαι του αλεξανδρινού η πόλη εγώ, δεν είμαι του πολύτροπου.
Δεν είμαι του περιπτερά, σόλωνος και ασκληπιού γωνία.
Είμαι απλά μια πόλη με μεγάλη οθόνη και άσπρο χασέ.
Από τις δίπλες του εμφανίζεται ένας κένταυρος σε σχήμα πουλιού.
Τον λεν επιλαθού και έρχεται για να αναγγείλει.
Γυμνοί αλλάζουμε σταθμούς, μα εις μάτην.
μη και σε ντύσουν ελαφρώς
Νόμιζες πως θα σε άφηνα να αφανιστείς στο χιόνι; είπε και
άρχισε να γδύνεται σχεδόν απρόσεκτα, σχεδόν προκλητικά,
σχεδόν με τον τρόπο του Ιούλη στο ακρογιάλι, ξεκινώντας,
σε κάθε περίπτωση, από το κασκόλ, τα όστρακα και τις
λειχήνες, και τότε, ω τότε, θυμήθηκα το σώμα σου και πώς
εξοστρακίζονται οι λέξεις στο λαιμό σου μη και σε ντύσουν
ελαφρώς -
καις.
Μήνες τώρα ο Ιούλης επιστρέφει καιόμενος.
δεν φεύγουν τα τρένα, αλλά οι σταθμοί
Δεν φεύγουν τα τρένα, αλλά οι σταθμοί.
Και οι σταθμοί δεν έχουν θάνατο.
Να αποδειχθεί.
Έξω λαμπυρίζει ένα περίπτερο
κι εσύ μου μιλάς για γιουκαλίλι,
πες το μου, γύρω καρέκλες και χειρολαβές
σε εξαιρετική επί του παρόντος κατάσταση
όπως ακριβώς και οι ράγες στα πόδια σου -
τι άλλη απόδειξη θέλεις;
Καμία.
Να αποδειχθεί.
Έξω λαμπυρίζει ένα περίπτερο
κι εσύ μου μιλάς για γιουκαλίλι,
πες το μου, γύρω καρέκλες και χειρολαβές
σε εξαιρετική επί του παρόντος κατάσταση
όπως ακριβώς και οι ράγες στα πόδια σου -
τι άλλη απόδειξη θέλεις;
Καμία.
πώς φεύγεις;
Πώς φεύγεις πριν φύγεις;
Πώς ήρθες πριν νάρθεις;
(έχε μαζί σου σακ-βουαγιάζ και επιρρήματα)
τη θάλασσα, λέει
Τη θάλασσα, λέει.
Γιατί δεν μου χαϊδεύεις τη θάλασσα;
καθώς
στα πόδια μας ανηφορίζει ένας καημός και ένα καράβι της γραμμής ανεπιφύλακτο, πλέει για λίγο και τινάζεται, μουσκίδι ο άνεμος και οι φτενές τζαμαρίες και τα λευκά ποπ κορν του μικροπωλητή - ματαιότης ματαιοτήτων, εξανίσταται.
Τη θάλασσα, λέω.
Γιατί δεν μου χαϊδεύεις τη θάλασσα;
επέστρεφε
Ώρα εβδόμη πρωινή.
Επιμένεις να σε διεκδικούν προστακτικές,
όπως, για παράδειγμα,
σβήνε (το) φως και επέστρεφε.
Στον απέναντι τοίχο, φλυαρεί ένα κάτοπτρο.
Ολόσωμο. Σχεδόν αναθηματικό.
“stanza”, εκδόσεις Gutenberg 2021
Εξαιρετική αναάρτηση!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ!
Διαγραφή